Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

«Φιλοξενία και φιλοτεχνία» συνέχεια...

Στο Λιτόχωρο Πιερίας
Μορφές σιδηροτεχνίας στο ξενοδοχείο «Villa Δρόσος» 


Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Φιλοξενία και φιλοτεχνία» που διοργανώνει το ξενοδοχείο «Villa Δρόσος» στο Λιτόχωρο, αυτό το διάστημα φιλοξενείται η έκθεση του καλλιτέχνη σιδηρουργού Κώστα Καμπερίδη.  

Για την έκθεση αυτή ο δρ. Όμηρος Ξενίδης γράφει:

Στην τέχνη είναι δύσκολο να πεις κάτι εξίσου καλό με το να μην πεις τίποτε LudwigWittgenstein

Σίδηρος και τέχνη. Ύλη και πνεύμα. Δύο έννοιες μη συμβατές αν αναζητήσουμε τη φύση τους.

Σκληρή, ψυχρή, άψυχη πρώτη ύλη ο σίδηρος - θυμίζει εργαλεία, όπλα. Αντικείμενα που περιέχουν βία. Μορφές άκαμπτες, οριστικές, αμετάκλητες.

Στην αντίθετη κατεύθυνση οι συνειρμοίτης τέχνης. Πνευματώδης, συναισθηματική, ανθρώπινη. Τα έργα τέχνης εκφράζουν δημιουργικότητα, αρμονία, ειρήνη, ψυχική ζεστασιά.

Με ποιον τρόπο ο σιδηροτεχνίτης εξισορροπεί αυτές τις ασυμφωνίες;


Στην περίπτωση του Κώστα Καμπερίδη η βιωματική τέχνη του σιδηρουργούμεταλλάσσεται σε καλλιτεχνία. Από παιδί στο σιδηρουργείο του πατέρα του ως παρατηρητής, έπειτα έφηβος ως βοηθός του και τώρα ως σιδηροτεχνίτης, ο Κώστας Καμπερίδης επενεργεί με το φυσικό του είναι πάνω στην άκαμπτη, σκληρή πρώτη ύλη επιχειρώντας να την μεταμορφώσει. Κόβει, λυγίζει, καμπυλώνει, διπλώνει, γυαλίζει, οξειδώνει το σίδηρο. Αναμετριέται μαζί του καιυπό μία έννοια τον εξημερώνει, του προσδίδει τις μορφές που επιθυμεί, τον μεταμορφώνει σε εύπλαστο υλικό γλυπτικής. Η άγαρμπη σιδερένια ύλη με επίμονη και επίπονη εργασία προσλαμβάνει τη μορφή καλλιτεχνημάτων. Η σιδηρόβεργα αποκτά απαλές καμπύλες. Σχηματίζονται: ένα ανθρώπινο πρόσωπο, ένας ταύρος, μία κουκουβάγια, ένα σαλιγκάρι, ένα ποδήλατο.


Κομμάτια σιδήρου συναρμολογούνται με ηλεκτροσυγκόλληση. Άλογα, ένας κόκορας, μια γλάστρα με ένα φυτό, ένα ψάρι που πιάστηκε στη σιδερένια πετονιά. Τα γλυπτά εμφανίζονται ως άφθαρτες στο χρόνο μορφές ενός κόσμου που ακινητοποιείται στη φαντασία του καλλιτέχνη. Τα πάντα μεταπλάθονται στην αρχέγονη σιδερένια ύλη τους.

Ακόμη και η ζωγραφική προσαρμόζεται σε αυτήν τη λογική. Ένα κομμάτι σίδηρο-λαμαρίνας χρησιμεύει ως καμβάς. Πάνω σε αυτήν ο Κώστας Καμπερίδης τρίβει, στιλβώνει, χαράσσει σε μια προσπάθεια να αναδείξει τα φυσικά χρώματα του σιδήρου.Ο ακατέργαστος σίδηρος είναι μαύρος, η στιλβωμένη επιφάνεια λευκή, η σκουριασμένη λαμαρίνα καφέ. Με αυτήν την ολιγοχρωμία η θάλασσα γίνεται μαύρη, το σκουριασμένο καράβι καφέ, ο καπνός των ατμομηχανών του λευκός. Ούτε το μαύρο ούτε το λευκό όμως λογαριάζονται ως χρώματα. Ωστόσο, ο έμπειρος και φιλότεχνος σιδηροτεχνίτης καταφέρνει να ζωγραφίσει με σιδερένια χρώματα δημιουργώντας γυαλιστερούς ανάγλυφους πίνακες όπου το φως και μόνο καθορίζει την εμφάνισή τους.


Τα έργα του Κώστα Καμπερίδη αποκαλύπτουν μια βαθιά ριζωμένη ανθρώπινη ανάγκη διττής φύσης. Από τη μια η επιβίωση κι από την άλλη η τέχνη. Και τα δύο επιθυμούν να εκφραστούν στη ζωή ισότιμα χωρίς συμβιβασμούς. Ο καλλιτέχνης, που καλείται να δώσει μορφή σε αυτό το αμάλγαμα, έχει ίσως ως μόνο εφόδιο τη φαντασία του. Αν αυτή μπορεί να βασιστεί, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του Κώστα Καμπερίδη, στη βιωματική εμπειρία της τέχνης, τότε η γέφυρα που κτίζει ο τεχνίτης προς την καλλιτεχνία έχει γερά θεμέλια, φτιαγμένα από σίδηρο.