Από την κ. Βασιλεία Διατσίδου – Σταλίκα, Καθηγήτρια Θεολόγος
O M. Kωνσταντίνος γεννήθηκε στη Νίσσα της
Σερβίας το 274. Ο πατέρας του Κωνστάντιος Χλωρός ήταν Ιλλυριός και συγγενής του
αυτοκράτορα των Ρωμαίων Κλαυδίου. Η μητέρα του Ελένη ήταν ελληνίδα από τη Δρεπάνη
της Βιθυνίας.
Ο Μ.Κωνσταντίνος έδωσε την ελευθερία
στο χριστιανισμό παρακινημένος από πολιτικούς και θρησκευτικούς λόγους.
Χρειαζόταν μια νέα δύναμη για την ενοποίηση της αυτοκρατορίας.
Ο Κωσταντίνος έκλινε προς το
μονοθεϊσμό και βαθμιαία έγινε χριστιανός. Σύμφωνα με τις χριστιανικές πηγές ο
Κωνσταντίνος, όταν άρχισε την εκστρατεία εναντίον του Μαξεντίου, είδε όραμα το
μεσημέρι άνω του ηλίου σταυρού τρόπαιον με
τις λέξεις τούτω νίκα` την άλλη νύχτα
εμφανίστηκε ο Χριστός και του είπε να κατασκευάσει σημαία (το λάβαρο) με το
μονόγραμμα του Χριστού. Ο Ευσέβιος στην Εκκλησιαστική Ιστορία του διηγείται ότι
ο αυτοκράτορας προσευχήθηκε στο Θεό των χριστιανών για να του δώσει βοήθεια
πριν από τη μάχη.
Ο
Κωνσταντίνος πίστευε ότι τον προστατεύει ο Θεός των χριστιανών και ότι αυτός
τον βοήθήσε να νικήσει στη Μουλβία γέφυρα του Τίβερη, όπου σκοτώθηκε και ο
Μαξέντιος(28 Οκτωβρίου 312).
Διέταξε
να ζωγραφίσουν οι στρατιώτες στις ασπίδες τους το μονόγραμμα του Χριστού και να
κατασκευάσουν το λάβαρο όπως το είδε στο όνειρό του.
Ύστερα
από 3 χρόνια τα νομίσματα είχαν χριστιανικές παραστάσεις.
Με το διάταγμα των Μεδιολάνων που
εξεδωσε με τον Λικίνιο το 313 διακηρύσσεται η θρησκευτική ελευθερία για τους
χριστιανούς και τους άλλους, η ελεύθερη
χρήση των τόπων λατρείας, η επιστροφή των ναών που είχαν δημευθεί, χωρίς να
πληρώσουν οι χριστιανοί αποζημιώσεις, Το αντίθετο θα γινόταν η πολιτεία θα
πλήρωνε αποζημιώσεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι αναγνωρίζεται νομικά η εκκλησία,
ενώ μέχρι τότε αναγνωριζόταν η χριστιανική θρησκεία.
Φρόντισε για την ειρήνη της
εκκλησίας στην Β. Αφρική. Το 321 έδωσε στους κληρικούς το δικαίωμα να δέχονται
κληρονομιές και δωρεές κι έτσι η Εκκλησία αναγνωρίστηκε ως νόμιμο σωματείο που
μπορεί να κάνει δικαιοπραξίες. Απαγορεύτηκε η εργασία τις Κυριακές και
καθιερώθηκε προσευχή στο στρατό, έδωσε δωρεές στις εκκλησίες και αναγνώρισε το
δικαίωμα ασύλου σ΄αυτές.
Στην προκήρυξή του με την οποία
ανάγγειλε στους επισκόπους της Ανατολής τη νίκη του εναντiόν ΄του Λικινίου
αναφέρει την ιστορία της μεταστροφής του, περιγράφει την βαρβαρότητα του
διωγμού του Διοκλητιανού, λέει για τον
εαυτό του ότι οδηγήθηκε στην πίστη από το Θεό και για το θρίαμβο της πίστεως
και διακηρύττει ότι κυβερνάει το κράτος γεμάτος από πίστη για τη χάρη που του έδωκε ο Θεός για να
εκτελέσει το ιερό αυτό έργο.
Με
δύο διατάγματα ανακάλεσε τους εξόριστους, ελευθέρωσε τους φυλακισμένους,
αποκατάστησε τους ομολογητές στα αξιώματά τους. Η κληρονομιά των μαρτύρων
πέρασε στους συγγενείς τους ή στην εκκλησία αν δεν υπήρχαν συγγενείς. Οι
χριστιανοί στρατιώτες μπορούσαν να καταταγούν πάλι στο στρατό ή να μείνουν
πολίτες με τιμητική αποστολή.
Ξόδεψε
χρήματα για την ανέγερση χριστιανικών ναών στη Ρώμη και η μητέρα του Ελένη
έχτισε στην Ιερουσαλήμ το ναό της Αναστάσεως, στη Βηθλεέμ το ναό της Γεννήσεως
του Χριστού και άλλο ναό στην τοποθεσία της Αναλήψεως.
Με
έξοδά του συγκάλεσε την Α ΄Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια.
Πολύ μεγάλη σημασία είχε η μεταφορά της
πρωτεύουσας από τη Ρώμη στο Βυζάντιο, τη Νέα Ρώμη, η οποία από το όνομά του
ονομάστηκε Κωνσταντινούπολη. Οι λόγοι που έγινε η μεταφορά αυτή ήταν πολιτικοί
και αμυντικοί, όμως η σημασία της ήταν τεράστια από θρησκευτική άποψη. Τα
εγκαίνια έγιναν το 330.
Ο Κωνσταντίνος γινόταν όλο και
περισσότερο χριστιανός, συναναστρεφόταν με επισκόπους και μελετούσε χριστιανικά
βιβλία. Λίγο πριν από το θάνατό του αποσύρθηκε στο προάστιο της Νικομηδείας
Αχυρών και ζήτησε να βαπτισθεί. Ο επίσκοπος Νικομηδείας Ευσέβιος τον βάπτισε
και πέθανε εκεί την 21 Μαϊου 337. Το λείψανό του τάφηκε στο ναό των Αγ.
Αποστόλων.
Τον Κωνσταντίνο έκριναν οι ιστορικοί
με διαφορετικό τρόπο. Δυστυχώς η ζωή του αμαυρώθηκε με αιματοχυσίες στην
οικογένειά του για τις οποίες δεν έχουμε σαφείς πληροφορίες. Όμως ο
χριστιανικός λαός εξύψωσε τον Κωνσταντίνο για την ελευθερία και την προστασία
που του χάρισε ο πρώτος χριστιανός αυτοκράτορας, τον τίμησε ως Άγιο και
Ισαπόστολο.
Θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι ο ρωμαϊκός πολιτισμός
μετασχηματίστηκε από τον Κωνσταντίνο σε βυζαντινό πολιτισμό. Ισχυροί παράγοντες
μετασχηματισμού ήταν δύο, η κλασσική σκέψη και αρετή της αρχαίας Έλλάδας και η
χριστιανική διδασκαλία, που πρόσφερε μοναδική δύναμη στον πολιτισμό και τον
συντήρησε στον αιώνα. Αυτές οι δύο δυνάμεις έχοντας ως βάση το μοναδικό ρωμαϊκό
δίκαιο πρόσφεραν μεγάλη ιστορική υπηρεσία στον πολιτισμό μας.
Τα δύο αυτά μεγέθη, η Ελλάδα και η
Ρώμη, ενώθηκαν άρρηκτα από την ενοποιό
δύναμη του χριστιανισμού και οικοδόμησαν το λαμπρό μνημείο του πολιτισμού, που
ισχύει μέχρι σήμερα. Η Δύση ήταν σχεδόν
πεθαμένη, όταν το Βυζάντιο εξακολουθούσε να προσφέρει στον πολιτισμό. Θα
ανακάμψει η Δύση μόνο, όταν η Κωνσταντινούπολη, η Ρωμιοσύνη θα ενταφιαστεί στην
οθωμανική τέφρα και οι φορείς του πολιτισμού, οι λόγιοι του Βυζαντίου θα
μετακομίσουν στη Δύση.
Σε αυτή τη διαδρομή του πολιτισμού
δεν πρέπει να λησμονεί κανένας την
αφετηρία και το λίκνο του, την Ελλάδα και τους Μεγάλους, που έπαιξαν
καθοριστικό ρόλο στη διάδοση και διαφύλαξή του. Αυτοί ήταν ο Μακεδών Μέγας Αλέξανδρος
και ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ Μέγας Κωνσταντίνος, που ήταν ο πατέρας της Ρωμιοσύνης
και ο ιδρυτής του βυζαντινού κράτους. Η ιστορία εκτιμώντας αυτή τη συμβολή τους
στη διακίνηση και διαφύλαξη αυτού του πολιτισμού τους ονόμασε Μεγάλους.
Βασιλεία
Διατσίδου – Σταλίκα
Καθηγήτρια Θεολόγος
Βιβλιογραφία:
α):Εκκλησιαστική Ιστορία ,Ιωαν. Αναστασίου,
Τόμος Α. Θες/νίκη 1983
β) «Ο Πατήρ της Ρωμιοσύνης» Καθηγουμένης
Ολυμπιάδας Ντίτορα,
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΠΟΛΙΣ ΒΕΡΟΙΑΣ
ΝΑΟΥΣΗΣ & ΚΑΜΠΑΝΙΑΣ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΟΥ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ- ΗΜΑΘΙΑ